Καταδίκη από το Δικαστήριο της ΕΕ για ανεπαρκή προστασία των περιοχών Natura
Μαρτίου 24, 2022
Η καταδικαστική για τη χώρα μας απόφαση (C-849/19) που εξέδωσε στις 17.12.20 το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για μη συμμόρφωση με την οδηγία για τους οικοτόπους (οδηγία 92/43/ΕΟΚ), καταδεικνύει ευκρινώς τις χρόνιες παθογένειες και τη συστηματική και ευρεία αδυναμία της Ελλάδας να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της για την προστασία σημαντικών οικοτόπων και ειδών.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι η Ελλάδα παρέβη τις υποχρεώσεις της καθότι δεν καθόρισε εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας (δηλαδή έως το 2012) τους απαιτούμενους στόχους διατήρησης και δεν θέσπισε τα αναγκαία μέτρα διατήρησης για προστατευόμενα είδη και οικοτόπους στις Ειδικές Ζώνες Διατήρησης (ΕΖΔ) του ευρωπαϊκού οικολογικού δικτύου Natura 2000. Επισημαίνεται μάλιστα ότι η Ελλάδα ακόμα μέχρι σήμερα δεν έχει καθορίσει τα απαραίτητα μέτρα και τους στόχους.
Η απόφαση του Δικαστηρίου της ΕΕ
Το Δικαστήριο της ΕΕ απέρριψε όλους τους λόγους που προέβαλε η Ελλάδα για να αποφύγει την καταδίκη. Συγκεκριμένα, το ΔΕΕ έκρινε ότι οκαθορισμός των στόχων διατήρησης αποτελεί υποχρέωση για τα κράτη μέλη και συνιστά «υποχρεωτικό και αναγκαίο στάδιο μεταξύ του χαρακτηρισμού των ΕΖΔ και της εφαρμογής μέτρων διατήρησης». Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά τον υφιστάμενο καθορισμό στόχων για δύο εθνικά πάρκα («Σχινιά-Μαραθώνα» και «Κορώνειας-Βόλβης»), το ΔΕΕ έκρινε ότι οι στόχοι αυτοί «είναι υπερβολικά γενικοί και αόριστοι», δεν αφορούν στους συγκεκριμένους οικοτόπους και είδη που απαντούν στην περιοχή και «δεν λαμβάνουν υπόψη τα χαρακτηριστικά ενδιαφέροντος των οικείων ζωνών». Η Ελλάδα συνεπώς δεν έχει καθορίσει τους απαιτούμενους στόχους διατήρησης για τις ΕΖΔ του δικτύου Natura.Τέλος, το ΔΕΕ αναφέρθηκε και στις επικαλούμενες από την Ελλάδα «οργανωτικής φύσεως δυσκολίες», όπως η συνθετότητα του έργου και ο μεγάλος όγκος εργασίας, και έκρινε, σύμφωνα με την πάγια νομολογία του, ότι τα κράτη μέλη δεν μπορούν να επικαλούνται «διατάξεις, πρακτικές ή καταστάσεις της εσωτερικής έννομης τάξης τους προκειμένου να δικαιολογήσουν τη μη εφαρμογή μιας οδηγίας».
Σε ό,τι αφορά την υποχρέωση για θέσπιση των αναγκαίων μέτρων διατήρησης, το ΔΕΕ έκρινε ότι το μεγαλύτερο μέρος των ΕΖΔ στην Ελλάδα δεν καλύπτεται από κανένα προστατευτικό μέτρο. Έκρινε επίσης ότι το ισχύον νομικό καθεστώς προστασίας που περιλαμβάνει, όπως επικαλέστηκε η Ελλάδα, «24 νομοθετήματα», με τη μορφή προεδρικών διαταγμάτων, υπουργικών αποφάσεων και σχεδίων διαχείρισης για το 18,5% της έκτασης των ΕΖΔ, δεν πληροί και δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του άρθρου 6 παρ. 1 της οδηγίας για τους οικοτόπους, διότι έχουν «γενικό και κατευθυντήριο χαρακτήρα», διατυπώνονται «κατά τρόπο αόριστο και γενικό», δεν αφορούν συγκεκριμένα τις ΕΖΔ, έχουν αποσπασματικό χαρακτήρα και απαιτούν συγκεκριμένα μέτρα για την εφαρμογή τους. Επιπλέον τα μέτρα αυτά δεν είναι εναρμονισμένα με τους στόχους διατήρησης και δεν έχουν καθοριστεί με «συστηματικό τρόπο, σε συνάρτηση με τις οικολογικές απαιτήσεις κάθε οικοτόπου και κάθε είδους». Τέλος, το ΔΕΕ έκρινε ότι για τη συμμόρφωση με το άρθρο 6 παρ. 1 της οδηγίας δεν αρκεί η θέσπιση μέτρων διατήρησης αλλά απαιτείται και η ουσιαστική εφαρμογή τους «μέσω πλήρων, σαφών και επακριβών μέτρων ώστε να μην καταστεί η διάταξη αυτή άνευ πρακτικής αποτελεσματικότητας».
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έστειλε τον Φεβρουάριο του 2015 προειδοποιητική επιστολή. Όμως η θεσμοθέτηση έπρεπε να είχε ξεκινήσει από το 2006, όταν επισημοποιήθηκε το δίκτυο Natura. Το υπουργείο υπό όλες τις πολιτικές ηγεσίες καθυστερούσε. Και σήμερα το ίδιο. Το Υπουργείο Περιβάλλοντος είναι αυτό που καθυστερεί την διαδικασία εκπόνησης των Ειδικών Περιβαλλοντικών Μελετών που βρίσκονται σε εξέλιξη από τις αρχές του 2019. Οι μελέτες αυτές θα καταλήξουν στην νομική κατοχύρωση των περιοχών με Προεδρικά Διατάγματα και Διαχειριστικά Σχέδια και έπρεπε να είχαν ήδη τελειώσει.
Η εκπόνηση αυτών των μελετών καθυστερεί σήμερα με πρόσχημα την αλλαγή της νομοθεσίας. Η ψήφιση του νέου νόμου «για τον εκσυγχρονισμό της Περιβαλλοντικής νομοθεσίας», συνάντησε πολλές αντιδράσεις από τις περιβαλλοντικές οργανώσεις, καθώς όπως και στους προηγούμενους νόμους για το φυσικό περιβάλλον, αφήνει πολλά παράθυρα για καταστροφικές παρεμβάσεις. Η ανεπάρκεια του υπουργείου φαίνεται στο ότι μετά από επτά μήνες από την έκδοση του νέου νόμου, δεν έχουν δοθεί οι οδηγίες για την ολοκλήρωση των μελετών και μόνο τον τελευταίο μήνα, με την διαφαινόμενη καταδίκη υπάρχει κάποια κινητικότητα.
Οι Ειδικές Περιβαλλοντικές Μελέτες προβλέπονταν, ήδη από το 1985, στον πρώτο νομό Πλαίσιο για το περιβάλλον. Εκπονήθηκαν έκτοτε δεκάδες μελέτες, πολλές από τις οποίες από διάφορα προγράμματα για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος με την συγχρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι περισσότερες όμως έμεναν στο συρτάρι καθώς κάθε φορά ο υπουργός δεν προχωρούσε στην θεσμοθέτηση και ο επόμενος υπουργός δήλωνε ότι χρειάζονται αναθεώρηση πλέον. Ακόμα και στις περιοχές όπου έγινε θεσμοθέτηση ζωνών προστασίας, αυτό έγινε μόνο με Κοινή Υπουργική Απόφαση και όχι με Προεδρικό Διάταγμα. Οι Κοινές Υπουργικές Αποφάσεις όμως λήγουν μετά από μία διετία και μπορούν ανά πάσα στιγμή να αλλαχθούν. Για τον λόγο αυτό δεν θεωρείται επαρκής και μόνιμη θεσμοθέτηση.
0 Σχόλια